Θα το πω στον μπαμπά σου!

Αν καταφεύγετε κι εσείς σε απειλές για να συνετίσετε το ατίθασο μικρό σας, μάθετε γιατί πρέπει να σταματήσετε αυτήν τη μέθοδο «πειθαρχίας».


Το σκηνικό γνωστό μιας και… το βλέπετε σε επανάληψη κάθε (μα κάθε) βράδυ λίγο μετά τις 9: Το παιδάκι σας, ενώ θα έπρεπε να κοιμάται, στριφογυρίζει στο κρεβάτι του και σκαρφίζεται χίλιες δυο δικαιολογίες για να καθυστερήσει την ώρα του ύπνου. Οι πιο συνηθισμένες είναι ότι πεινάει, διψάει, θέλει να πάει στην τουαλέτα ή ότι μιλάτε δυνατά από το διπλανό δωμάτιο. Τώρα είναι που αρχίζετε απειλές του τύπου «Αν δεν κοιμηθείς, θα θυμώσω πολύ!» ή «Κοιμήσου, γιατί δεν ξέρω κι εγώ τι θα γίνει…» σε μια απελπισμένη προσπάθεια να το κάνετε να συμμορφωθεί. Το αποτέλεσμα είναι να κοιμηθεί σαν αγγελούδι, αφού όμως ξαπλώσατε κι εσείς μαζί του, χωρίς βεβαίως να πραγματοποιήσετε ό,τι φοβερό και τρομερό είχατε προαναγγείλει! Και μπορεί να το πήρε επιτέλους ο ύπνος, αλλά πέτυχε αυτό που από την αρχή ήθελε: διεκδίκησε με τον τρόπο του και κέρδισε τελικά λίγο παραπάνω χρόνο με τη μαμά του.
Το παιδί σας, εσείς και οι… παγίδες

Αν και το δικό σας παιδάκι οργανώνει όμοια με το παραπάνω «σχέδια ύπνου», να ξέρετε πως δεν είναι το μόνο, όπως κι εσείς δεν είστε η μόνη μαμά στον κόσμο που εκτοξεύει απειλές! Δεν είναι καθόλου λίγοι οι γονείς που χρησιμοποιούν αυτήν τη μέθοδο για να αναγκάσουν το παιδί τους να κάνει κάτι που οι ίδιοι θέλουν ή απλώς επειδή «πρέπει», χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους τι ευχαριστεί το μικρό τους ή τι έχει διάθεση να κάνει τη δεδομένη στιγμή. Πρόκειται, θα λέγαμε, για ένα παιχνίδι του οποίου οι παίκτες (παιδί – γονείς) στοχεύουν στην επιβολή εξουσίας του ο καθένας.

Μεγαλύτερη σημασία όμως από το ποιος κερδίζει κάθε φορά έχει το γεγονός ότι, αν δούμε το θέμα σφαιρικά και μακροπρόθεσμα θα συνειδητοποιήσουμε πως εφαρμόζοντας την εν λόγω μέθοδο στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού, πέφτουμε στην παγίδα που οι ίδιοι στήσαμε γιατί πλάθουμε έναν χαρακτήρα που στην ουσία δε μας αρέσει. Σύμφωνα με τους ειδικούς υπάρχουν δύο περιπτώσεις:

. Περίπτωση Νο 1:Παρουσιαζόμαστε δυναμικοί, αποφασιστικοί και έτοιμοι να πραγματοποιήσουμε όσα προειδοποιήσαμε και απειλήσαμε πως θα κάνουμε, αλλά τελικά μένουμε αδρανείς.
Το παιδί είτε ξέρει εκ των προτέρων ότι δεν πρόκειται να κάνουμε πράξη όσα λέμε και επομένως τραβά το σχοινί, είτε παίρνει το ρίσκο και μας προκαλεί για να δει από περιέργεια τι θα γίνει όταν μας φτάσει στα άκρα. Ακόμα όμως και το δεύτερο να ισχύει, είναι απόλυτα σίγουρο πως μετά από τις φωνές μας θα ακολουθήσει η γλυκιά συμφιλίωση. Σε κάθε περίπτωση είναι «ο νικητής τους παιχνιδιού».

Αποτέλεσμα: Το παιδί καταλαβαίνει ότι είμαστε αδύναμοι να του επιβληθούμε και το εκμεταλλεύεται.

Περίπτωση Νο 2: Έχουμε δοκιμάσει τα πάντα και για να καταφέρουμε να συμμορφώσουμε το πιτσιρίκι μας, που κλαίει γοερά ή δεν τρώει όλο του το φαγητό, το τρομοκρατούμε εκμεταλλευόμενοι το φόβο του για κάποιο πρόσωπο, ζώο ή κατάσταση.
Εδώ «νικητές» είμαστε εμείς οι γονείς, επειδή έχουμε βρει το ευαίσθητο σημείο του παιδιού μας, το εκμεταλλευόμαστε κι έτσι καταφέρνουμε να το εξαναγκάσουμε να κάνει τελικά αυτό θέλουμε.

Αποτέλεσμα: Έχουμε μεταμορφώσει το παιδί σε ένα στρατιωτάκι που μας υπακούει.


Οι πιο συνηθισμένες απειλές προς τα παιδιά μας
1. Αν δεν φας, δεν θα μεγαλώσεις/θα μείνεις κοντό.
2. Αν δεν κάτσεις καλά, θα σε πάρει γέρος/ο αστυνόμος/ο μπαμπούλας/θα σε φάει ο λύκος/δεν θα σε αγαπά ο Χριστούλης/θα πάρω άλλο παιδάκι.
3. Αν δεν κοιμηθείς, δεν θα πάμε βόλτα/θα μείνεις στο σπίτι μόνο σου το βράδυ.
4. Αν δεν έρθεις τώρα, θα δεις τι έχει να γίνει/θα το μετανιώσεις/θα τις φας.
5. Μη φωνάζεις/μην κλαις γιατί θα το πω στον μπαμπά/θα σε κλειδώσω στο δωμάτιο/δεν θα φας γλυκό/δεν θα σε αγαπάω.



Μήπως να το ξανασκεφτείτε;
Ανεξάρτητα από το αν ανήκετε στην πρώτη ή στη δεύτερη περίπτωση, πρέπει να ξέρετε πως οι απειλές δημιουργούν στο παιδί λάθος εντυπώσεις για τη ζωή, την πραγματικότητα και την αγάπη σας, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν εμπόδιο στο να δημιουργήσετε μια υγιή σχέση μαζί του. Η συμβουλή μας λοιπόν είναι να τις ξεχάσετε! Ας δούμε το γιατί:

Αν απειλείτε και μένετε μόνο στα λόγια: Το μικρό σας δεν σας παίρνει στα σοβαρά και συνεχίζει να κάνει αυτό για το οποίο του φωνάζετε. Ξέρει πως δεν θα το αφήσετε π.χ. μόνο του και θα φύγετε γιατί, ενώ το λέτε συχνά, ποτέ δεν το έχετε κάνει (τι θα αλλάξει αυτήν τη φορά;). Επομένως, δεν υπάρχει λόγος να σας δώσει σημασία: Δεν σας πιστεύει, γιατί είναι σίγουρο πως δεν θα κάνετε πράξη όσα λέτε (όπως είστε σίγουροι κι εσείς αφού τις περισσότερες φορές, μόλις συνειδητοποιήσατε με τι απειλήσατε το παιδί, το μετανιώνετε!). Και όπως είναι απόλυτα λογικό, εκμεταλλεύεται το γεγονός πως μένετε μόνο στα λόγια και εξακολουθεί να κάνει αυτό που βρίσκετε λάθος ή ενοχλητικό. Έτσι, αντιλαμβάνεται πως έχει τη δύναμη να σας κάνει ό,τι θέλει και να σας επιβάλλεται για να περνά το δικό του. Μην παρασύρεστε λοιπόν από τα νεύρα σας και ξεστομίζετε βαρύγδουπες απειλητικές φράσεις, που από τη μια δεν τις εννοείτε και από την άλλη δημιουργείτε στο παιδί την εντύπωση πως άλλα λέτε κι άλλα κάνετε (χάνει την εμπιστοσύνη του).

Αν απειλείτε και δεν μένετε στα λόγια: Το παιδί κάνει τελικά αυτό που θέλετε επειδή φοβάται τις αντιδράσεις και όχι επειδή καταλαβαίνει το λόγο για τον οποίο η συμπεριφορά του δεν είναι σωστή ώστε να μην την επαναλάβει. Ξέροντας πως αυτό που λέτε θα το πραγματοποιήσετε αν δεν υπακούσει (γιατί σας έχει δει πώς λειτουργείτε όταν περνάτε τα όρια), φέρεται σαν καλοκουρδισμένο στρατιωτάκι που εκτελεί τις εντολές σας, όσο αντίθετες από τις επιθυμίες του κι αν είναι. Με τις απειλές το μόνο που καταφέρνετε είναι να κάνετε το παιδί να δυσανασχετεί μαζί σας και να πνίγει τον αυθορμητισμό του, αφού κάνει πράγματα από φόβο μήπως σας ενοχλήσουν και υποστεί τις κυρώσεις (δεν είναι τυχαίο ότι σας ζητά την άδεια πριν κάνει το παραμικρό). Και αν μάθει να ζει… με το φόβο σας, μην απορήσετε αν μεγαλώνοντας γίνει εσωστρεφές ή έχει μυστικά από εσάς. Όσο δελεαστικό λοιπόν κι αν είναι να βλέπετε πως το ατίθασο παιδάκι σας ηρεμεί πριν καλά-καλά ολοκληρώσετε τη φράση σας, θα σας συμβουλεύαμε να ξανασκεφτείτε τη συγκεκριμένη μέθοδο «πειθαρχίας».

10 και 1 μυστικά συμπεριφοράς προς γονείς
Ας μάθουμε στο παιδί μας να ακούει και να πειθαρχεί με έξυπνους και αποτελεσματικούς τρόπους:
1. Πρώτα-πρώτα πρέπει να βρούμε τις βαθύτερες αιτίες της «μη αποδεκτής» συμπεριφοράς. Κανένα παιδί δεν κλοτσά έπιπλα ή δεν κλαίει γοερά από τη μια στιγμή στην άλλη! Τα «κακά» παιδιά είναι συνήθως τα κουρασμένα, εκείνα που πεινάνε, που φοβούνται, αυτά που κάτι ζηλεύουν, αλλά κι εκείνα που θυμώνουν όταν δεν ασχολούμαστε μαζί τους. Κάνοντας μια ανοιχτή συζήτηση, του δίνουμε την ευκαιρία να μας πει τι το ενοχλεί, πώς αυτό θα μπορούσε να διορθωθεί, αλλά και να το ρωτήσουμε αν πραγματικά πιστεύει πως η συγκεκριμένη συμπεριφορά του ήταν σωστή.
2. Ακολουθούμε και οι δύο γονείς ίδια πορεία διαπαιδαγώγησης για να μην μπερδεύουμε και αποσυντονίζουμε το παιδί. Φροντίζουμε να μένουμε σταθεροί σε αυτό που λέμε και δεν κάνουμε υποχωρήσεις (όταν του λέμε να μη φάει και τρίτο σοκολατάκι, δεν σημαίνει πως το απαγορεύουμε μόνο σήμερα. Και φυσικά δεν σημαίνει πως… «αν είναι καλό παιδί, θα φάει και τρίτο σοκολατάκι»!).
3. Όταν ζητάμε από το μικρό μας να κάνει κάτι, το κοιτάζουμε στα μάτια, μιλάμε σε σταθερό τόνο και με σαφήνεια. Αποφεύγουμε την προστακτική και τα γενικόλογα (π.χ. «σταμάτα να μιλάς τόσο δυνατά!») και χρησιμοποιούμε φράσεις που ενημερώνουν το παιδί για την αιτία (π.χ. «Ο παππούς έχει πονοκέφαλο. Νομίζω ότι θα ήταν καλύτερα να κάνουμε όλοι λίγη ησυχία»).
4. Αδιαφορούμε για τις φωνές, τις βρισιές, τα αγενή σχόλια ή άλλου είδους ξεσπάσματα και, όταν είναι δυνατό, φεύγουμε και αφήνουμε το παιδί χωρίς ακροατήριο. Αν είναι σε μέρος που δεν μπορεί να βλάψει τον εαυτό του, το αγνοούμε.
5. Δίνουμε έμφαση στο «όχι». Το λέμε σταθερά και με νόημα.
6. Δεν χάνουμε την υπομονή μας (προσπαθούμε τουλάχιστον!) ούτε ευχόμαστε… ν’ ανοίξει η γη να μας καταπιεί! Θυμόμαστε πως μια από τις σπουδαιότερες ευθύνες μας ως γονέων είναι να διδάξουμε στο παιδί την έννοια της συνέπειας, του σεβασμού και του αυτοελέγχου, αλλά και «τι πρέπει», «τι δεν πρέπει», «τι είναι καλό», «τι είναι κακό» και φυσικά να του μάθουμε να τα ξεχωρίζει.
7. Διατηρούμε πάντα τη δύναμη του ρόλου μας ως γονείς. Δεν χρειάζεται πάντα να αιτιολογούμε τους κανόνες που θέτουμε ή να απολογούμαστε για τη συμπεριφορά μας.
8. Δεν ξεχνάμε πως για το μικρό μας αποτελούμε πρότυπο συμπεριφοράς. Ας φροντίσουμε λοιπόν να είμαστε καλά παραδείγματα προς μίμηση και να μην κάνουμε εμείς πράγματα που του απαγορεύουμε (π.χ. ενώ δεν πλένουμε τα δόντια μας πριν κοιμηθούμε, το επιβάλλουμε στο παιδί).
9. Επιβραβεύουμε αμέσως την καλή συμπεριφορά, για να δείξουμε στο παιδί πως μας ευχαριστεί, με λόγια που αναφέρονται στην καλή πράξη. Δεν αρκούμαστε σε ένα «μπράβο», αλλά φροντίζουμε να είμαστε συγκεκριμένοι: «Μπράβο που έβαλες τα παιχνίδια στο κουτί» ή «Πολύ χαίρομαι που μοιράζεσαι τα παιχνίδια με την αδερφή σου».
10. Αν αρνείται να κάνει κάτι, δεν φωνάζουμε και δεν προσπαθούμε να επιβληθούμε, αλλά το αφήνουμε να δει τις συνέπειες των πράξεών του: Αν δεν πάει στο καλάθι την αγαπημένη του μπλούζα που είναι λερωμένη για να πλυθεί, δεν θα μπορεί να τη βάλει στη βόλτα.
11. Αποδεχόμαστε τα συναισθήματά του, δεν τα κρίνουμε και δεν τα υποβιβάζουμε. Αντιμετωπίζουμε το παιδί με σεβασμό και ευγένεια όπως του αξίζει.

Λέμε ΟΧΙ
Στο ξύλο
…γιατί του περνάμε το μήνυμα πως αυτή η συμπεριφορά είναι ένας αποδεκτός τρόπος εκδήλωσης θυμού, πείθεται πως είναι «κακό» παιδί και πως του αξίζει να αισθάνεται πόνο κάθε φορά που κάνει μια σκανταλιά. Ταυτόχρονα γίνεται επιθετικό και δεν θα αργήσει να χρησιμοποιεί και εκείνο σωματική βία όταν θυμώνει προς φίλους, συμμαθητές, ακόμα και προς εμάς καθώς μεγαλώνει. Οι ξυλιές στον ποπό, τα χαστούκια, το τράβηγμα μαλλιού κ.λπ. αποτελούν μορφές άσκησης βίας και σε καμία περίπτωση μέσο διαπαιδαγώγησης (έρευνες άλλωστε δείχνουν πως τα παιδιά που έχουν φάει ξύλο ποτέ δεν θυμούνται για ποιο λόγο το έφαγαν).



Στην καθυστερημένη τιμωρία ή στην τιμωρία χωρίς εξήγηση
…γιατί το μικρό μας δεν συσχετίζει τις κυρώσεις με τη συγκεκριμένη κακή πράξη του που προηγήθηκε και δεν μαθαίνει τι ήταν αυτό που έκανε λάθος για να μην το ξανακάνει. Αν κρίνουμε λοιπόν πως πρέπει να το τιμωρήσουμε, το κάνουμε αμέσως μετά τη μη αποδεκτή συμπεριφορά, φροντίζοντας πάντα να εξηγούμε γιατί αυτήν τη στιγμή λειτουργούμε έτσι. Συμφιλιωνόμαστε αμέσως μετά την τιμωρία και δεν ξεχνάμε να διαβεβαιώνουμε το παιδί πως δεν είναι εκείνο «κακό» αλλά η συμπεριφορά του και φυσικά πως συνεχίζουμε να το αγαπάμε το ίδιο.



Στην υπερβολική ελαστικότητα
…γιατί μαθαίνει πως «όλος ο κόσμος του ανήκει» και πως πάντα θα περνά αυτό που θέλει. Κακομαθαίνουμε το παιδί μας και, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, χτίζουμε μια εγωιστική προσωπικότητα. Το παιδί έχει ανάγκη από όρια που μόνο εμείς μπορούμε να του διδάξουμε. Εφαρμόζοντας λοιπόν από νωρίς κανόνες σύμφωνα πάντα με την ηλικία του, το βοηθάμε να μάθει τι σημαίνει υπευθυνότητα, αυτοέλεγχος και σεβασμός για τον διπλανό του.

ΤΗΣ ΕΛΕΝΑΣ ΓΕΜΕΛΙΑΡΗ
ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΟΥ-ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΡΙΑΣ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΣ ΣΑΝΙΔΑ

Close