Πάντα σε αυτόν τον κόσμο υπήρχαν άνθρωποι που η καλοσύνη και το αίσθημα της συμπόνιας που τους διακατείχε, τους έκανε να ξεχωρίσουν από το πλήθος. Σε αυτή την συγκλονιστική και πολύ συγκινητική ιστορία ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν η Ruth Coker Burks.
Όλα ξεκίνησαν το 1984 όπου ένας πολύ καλός της φίλος έπασχε από καρκίνο. Η Ruth τον επισκεπτόταν στο νοσοκομείο καθημερινά και επειδή ο φίλος της είχε υποβληθεί σε 4 χειρουργικές επεμβάσεις, το νοσοκομείο είχε γίνει το δεύτερο σπίτι της. Κάποια μέρα, παρατήρησε μια πόρτα στην οποία είχε κρεμαστεί μια ταμπέλα “ΑΠΑΓΟΡΕΥΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ” και στην οποία έμπαινε μέσα μόνο μια νοσοκόμα.
Καθώς κυλούσε ο καιρός η Ruth δεν μπορούσε να μείνει μακριά από αυτή τη πόρτα για έναν λόγο που δεν μπόρεσε να εξηγήσει. Κάποια στιγμή λοιπόν, αποφάσισε να περάσει μέσα από την απαγορευμένη είσοδο και αντίκρισε έναν άντρα εξαθλιωμένο και σκελετωμένο ο οποίος έπασχε από AIDS. Αφού μίλησε μαζί του εκείνος της ζήτησε πως σαν τελευταία του επιθυμία, θα ήθελε να δει τη μητέρα του.
Εκείνα τα χρόνια, ήταν κλασικό φαινόμενο οι ομοφυλόφιλοι να διώχνονται από το σπίτι και να μην έχουν καμία επαφή με την οικογένειά τους. Η Ruth αποφάσισε να απευθυνθεί στις νοσοκόμες σχετικά με την τελευταία επιθυμία του άντρα, αλλά εκείνες γέλασαν και της είπαν ότι για 6 εβδομάδες που νοσηλεύεται κανείς δεν τον έχει αναζητήσει ή επισκεφθεί. Η Ruth τότε, πήρε την πρωτοβουλία να ζητήσει το τηλέφωνο της μητέρα του, για να επικοινωνήσει η ίδια μαζί της.
Η μητέρα του αρχικά της έκλεισε το τηλέφωνο απότομα. Η Ruth κατάφερε να την πείσει να μιλήσουν με την απειλή ότι αν δεν το κάνει, θα δημοσιεύσει στις τοπικές εφημερίδες το πιστοποιητικό θανάτου του γιου της και όλοι θα μάθουν για την πάθηση του οπότε και για την σεξουαλική του ταυτότητα. Η μητέρα του τότε, της είπε πως ο γιος της είναι ένας αμαρτωλός και πως γι’ αυτήν έχει ήδη πεθάνει. Τόνισε μάλιστα, ότι δεν θέλει να παραλάβει ούτε το πτώμα του.
Η Ruth μπήκε στο δωμάτιο με τον άρρωστο άντρα προσπαθώντας να σκεφτεί τι θα του πει, αλλά εκείνος ψηνόταν από τον πυρετό και πίστεψε ότι στο δωμάτιο μπήκε η μητέρα του. Παραμίλησε τότε “Μανούλα, το ήξερα ότι θα έρθεις” και η Ruth δεν του εκμυστηρεύτηκε ποτέ την αλήθεια. Έμεινε για λίγες μέρες μαζί του και τον φρόντιζε μέχρι να φύγει από την ζωή.
Όταν πήρε τηλέφωνο τη μητέρα του για να την ειδοποιήσει ότι ο γιος της έφυγε, εκείνη της αποκρίθηκε ότι δεν θέλει να τον θάψει και να μην την ξανά ενοχλήσει. Προσπάθησε να βρει κάποιον ιερέα να τελέσει την τελετή, αλλά κανένας δε δεχόταν κι έτσι η Ruth πήρε τη πρωτοβουλία να τελέσει η ίδια τη κηδεία και να τον τιμήσει όπως του άξιζε.
Αυτό το περιστατικό ήταν η αρχή μιας ζωής που πρόσεχε εκείνους που δεν είχαν κανέναν στον κόσμο, απλά επειδή είχαν διαφορετική σεξουαλική ταυτότητα. Δεν άργησε να της βγει το παρατσούκλι στο νοσοκομείο “η τρελή που δε φοβάται” και πολλές φορές ακόμη και οι νοσοκόμες, έστελναν ανθρώπους με AIDS στην ίδια, διότι ήξεραν ότι κανείς άλλος δε θα ενδιαφερθεί.
Μέσα σε λιγότερο από μια δεκαετία, η Ruth είχε αναλάβει να περιποιείται πάνω από 1.000 ανθρώπους που έφυγαν από αυτή την ζωή με το παράπονο της εγκατάλειψης ενώ χρειάστηκε να αναλάβει την κηδεία τουλάχιστον 40 ανθρώπων που κανείς άλλος δεν ήθελε να αναλάβει.
Η κάλυψη των εξόδων για την φροντίδα αυτών των ανθρώπων γινόταν από χρήματα, τα οποία προέρχονταν πολλές φορές από την τσέπη της, από φίλους αλλά και από δωρεές.
Ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων προερχόταν από γκέι κλαμπ.
«Πραγματοποιούσαν ένα drag show κάθε σαββατόβραδο και από εκεί έρχονταν τα λεφτά. Έτσι πληρώναμε φάρμακα, έτσι πληρώναμε το ενοίκιο. Εάν δεν ήταν οι drag queens, δεν ξέρω τι θα είχαμε κάνει» είχε πει σε συνέντευξή της.
Το 2010, στα 51 της χρόνια έπαθε εγκεφαλικό. Η ίδια πίστευε ότι ο πόνος που βίωνε δίπλα σε αυτούς τους ανθρώπους, που τους έβλεπε να αργοσβήνουν εγκαταλελειμμένοι από τις οικογένειές τους, συνετέλεσε σε αυτό. Αυτό όμως που της έδινε δύναμη να συνεχίσει ήταν το να βλέπει ανθρώπους να νοιάζονται πραγματικά για τους φίλους και τους συντρόφους τους με ανιδιοτέλεια και αξιοπρέπεια.
«Έβλεπα εκείνους τους άντρες να φροντίζουν τους συντρόφους τους και να τους βλέπουν να πεθαίνουν. Τους έχω δει να τους κρατάνε μέσα στο ντουζ. Τους κράταγαν, ενώ εγώ τους έπλενα. Τους κουβαλούσαν στο κρεβάτι. Τους στέγνωναν και τους άπλωναν λοσιόν. Το έκαναν αυτό μέχρι το τέλος, γνωρίζοντας ότι σύντομα θα βρίσκονταν οι ίδιοι στη θέση τους. Θα μου πείτε ότι αυτό δεν είναι αγάπη και αφοσίωση; Εγώ, πάντως, δεν ξέρω πολλούς ετεροφυλόφιλους που θα έκαναν το ίδιο» έχει πει σε συνέντευξή της.
Πλέον, με το σύστημα υγείας να αντιμετωπίζει πολύ διαφορετικά τους ασθενείς του AIDS, η βοήθεια της έχει πάψει να είναι απαραίτητη. Υπάρχει όμως κάτι που θα ήθελε να δει πριν πεθάνει και το έχει εκφράσει…
Είναι ένα είδος μνημείου σε εκείνο το κοιμητήριο, που η ίδια έθαψε δεκάδες ανθρώπους, στο οποίο θα αναγράφονται τα ονόματα όλων τους μαζί με την σημείωση: «Αυτό συνέβη. Το 1984 ξεκίνησε.
Απλά συνέχισαν να έρχονται και να έρχονται. Και ήξεραν ότι κάποιος θα τους θυμόταν, θα τους αγαπούσε και θα τους φρόντιζε και ότι κάποιος θα έλεγε μία ευγενική κουβέντα για αυτούς, όταν θα πέθαιναν».
Ειδήσεις σήμερα
- Αμαλιάδα: Θέμα ημερών η εξιχνίαση της υπόθεσης
- Baba Vanga : Η τρομακτική πρόβλεψη της για το 2025
- Θεσσαλονίκη: Κλείνουν σχολεία λόγω σεισμού
- Η Γη της Ελιάς : Κουράκος και Αριάδνη ξανά μαζί και τίποτα δεν θα είναι ικανό να τους χωρίσει
- Τηλέμαχος Τσιμιρίκας: 12 χρόνια από τον τραγικό θάνατο του 15χρονου ήρωα