Δύο χρόνια μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη 57 ψυχές ζητούν δικαίωση και οι συγγενείς των θυμάτων ανεβαίνουν έναν Γολγοθά χωρίς τέλος.
Δύο χρόνια πριν, ένα τραίνο ταξίδευε από Αθήνα προς Θεσσαλονίκη, κουβαλώντας στα βαγόνια του, τους συμμαθητές μας, τους παλιούς μας έρωτες, τους γείτονές μας, τους συναδέλφους από την δουλειά. Δύο χρόνια πριν έμελλε να γραφτεί μία από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας.
Ήταν 1 Μαρτίου του 2023. Μόλις είχα ανοίξει τα μάτια μου μετά την αργία της Καθαρά Δευτέρας και ετοιμαζόμουν να καθίσω στο γραφείο μου και να ξεκινήσω την δουλειά. Είμαι από την γενιά που όταν ξυπνούν, πρώτα ανοίγουν κινητό και μετά πλένουν το πρόσωπό τους.

Ανοίγω το wi-fi, μπαίνω να τσεκάρω την αρχική μου στο Facebook, μέχρι να το πάρω απόφαση να σηκωθώ από το κρεβάτι και να ξεκινήσω τη μέρα μου. Βλέπω οργισμένα post από φίλους μου. Να βρίζουν, να ανεβάζουν θλιμμένες εικόνες.
Η ανακοίνωση του Συλλόγου Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών: Δε θα δεχθούμε καμία καπήλευση αυτής της ιερής ημέρας
Μία είδηση έχει κατακλύσει την αρχική μου και είναι ακόμη 7:30. “Σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη – Άγνωστος ακόμα ο αριθμός των τραυματιών“. Η κολλητή μου, μου είχε στείλει σε μήνυμα την είδηση. Από κάτω έγραφε “μάτωσε η καρδιά μου… αυτό το τραίνο παίρνεις για να έρθεις Χαλκίδα;”.
Της απαντάω μηχανικά “ναι“. Δεν είχα προλάβει να συνειδητοποιήσω τί έγινε. Χρησιμοποιούσα το τραίνο για να κατέβω από την Θεσσαλονίκη στην Οινόη, από όταν ήμουν ακόμη νήπιο. Η μητέρα μου πήγαινε κάθε χρόνο στη Θεσσαλονίκη, για να δει τους συγγενείς της και το τραίνο ήταν ο πιο φθηνός τρόπος μετακίνησης.

Και ο πιο άνετος, αφού μέσα είχε τουαλέτες και μπαρ. Σίγουρα πιο άνετος από τα ΚΤΕΛ. Και όταν πέρασα στη σχολή και σπούδαζα στη Θεσσαλονίκη, πάλι αυτό το τραίνο έπαιρνα για να κατέβω στη πόλη μου κάθε 2-3 μήνες.
Τέμπη: Τα σπαρακτικά λόγια της μητέρας του Γεράσιμου 2 χρόνια μετά τη τραγωδία
Κι όταν αποφάσισα να μείνω μόνιμα Θεσσαλονίκη, πάλι αυτό το τραίνο έπαιρνα όταν χρειαζόταν να κατέβω. Τί πιο ασφαλές από το τραίνο, σωστά; Τί πιο φθηνό από το τραίνο, σωστά; Όσο περνούσαν οι ώρες και συνειδητοποιούσα τί έγινε έπεφτα περισσότερο ψυχολογικά.
Έβλεπα μητέρες να λένε με πόνο και ανακούφιση “το παιδί μου, το παιδί μου” όταν έβλεπαν το παιδί τους να κατεβαίνει από το τραίνο με μόνο μερικές γρατζουνιές. Και σκεφτόμουν τη δική μου μητέρα, να έχει ανέβει από την Χαλκίδα, στη μέση του πουθενά, να προσπαθεί να μάθει αν ζω ή αν πέθανα.
Πώς μπορεί να ένιωθε; Έβλεπα επιβάτες σε σοκ να μη μπορούν να κάνουν δηλώσεις στη κάμερα. Να μην είναι ούτε νευριασμένοι, ούτε στεναχωρημένοι. Απλά σε σοκ. Σαν να ζούσαν έναν εφιάλτη και περιμέναν κάποιος να τους ξυπνήσει.
Την ίδια μέρα ενστικτωδώς πλήθος κόσμου μαζεύτηκε έξω από τον σταθμό των τραίνων στη Θεσσαλονίκη. Υπήρχαν πανό, όμως δεν υπήρχαν συνθήματα. Κανείς δεν είχε κουράγιο να φωνάξει κανένα σύνθημα. Κανείς δεν γελούσε.

Μόνο ψίθυροι μεταξύ στις παρέες για το τί έγινε. Μία ερώτηση έπαιζε σε όλες τις παρέες εκείνο το απόγευμα. “Είχες κάποιον δικό σου στο τραίνο; Η τάδε είχε δύο κολλητές, ακόμα τις ψάχνουν“. “Μία συμμαθήτριά μου ήταν στο τραίνο, έγραψαν ανακοίνωση οι γονείς ότι την ψάχνουν“.
“Μία γειτόνισσα, είχε κατέβει Αθήνα να βρει το αγόρι της, ανέβαινε για Θεσσαλονίκη μετά την Καθαρά Δευτέρα, την αναζητούν. Λες να την βρουν ρε συ; Ξέρω τους γονείς της χρόνια, δεν το πιστεύω“. Πρώτη φορά στη ζωή μου ζούσα κάτι τέτοιο.
Γιώργος Γεροντιδάκης: Το μέλλον για το μέλλον που χάθηκε – Η ανάρτηση του για τα Τέμπη γροθιά στο στομάχι
Δεν ήταν απλά μία συγκέντρωση διαμαρτυρίας. Ήταν μία ανθρώπινη ανάγκη. Πήγαμε στα τραίνα γιατί δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς. Γιατί το σπίτι μας έπνιγε. Γιατί έπρεπε από κάπου να πάρουμε απαντήσεις.
Μία γωνία του σταθμού γέμισε κεριά, αρκουδάκια, γράμματα. Για πρώτη φορά στη ζωή μου δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου, για κάτι που δεν με αφορά. Δεν είχα κανέναν μέσα στο τραίνο. Κανένα φίλο, κανένα συγγενή.
Όλοι μου οι φίλοι έμειναν Θεσσαλονίκη εκείνο το τριήμερο. Όμως στη πραγματικότητα με αφορούσε. Γιατί οι περισσότεροι φίλοι μου, είχαν φίλους και γνωστούς μέσα στο τραίνο. Γιατί από καθαρή τύχη, δεν είχα λεφτά να κατέβω για το τριήμερο Χαλκίδα.
Θα μπορούσα να ήμουν κι εγώ μέσα στο τραίνο. Γιατί κάθε τρεις μήνες ήμουν σε αυτό το τραίνο. Περιπλανιόμουν στα βαγόνια του περιμένοντας να περάσει η ώρα να φτάσω. Το σήκωνα στη μάνα μου και μιλούσα βαριεστημένα, γιατί δεν είχα όρεξη να της πω λεπτομέρειες για το ταξίδι.
Το είχα αυτονόητο ότι θα φτάσω. Πλήρωνα εισιτήριο κάθε φόρα για να φτάσω ασφαλής. Και η μητέρα μου το είχε αυτονόητο ότι θα φτάσω. Ποτέ ξανά η φράση “πάρε με όταν φτάσεις” δεν μου δημιουργούσε τόσο αρνητικά συναισθήματα.

Ο κόσμος δεν ξέχασε τα Τέμπη και αυτό φάνηκε στις συγκεντρώσεις πριν λίγο καιρό. Αυτό θα φανεί και σήμερα, στην απεργία. Γιατί μπορεί να μην είχαμε όλοι τα παιδιά μας, τους φίλους μας, τους συγγενείς μας σε αυτό το τραίνο, όμως είναι τρομαχτική η σκέψη ότι κατά τύχη δεν τους είχαμε.
Οι περισσότεροι επιβάτες σύμφωνα με επίσημα έγγραφα ήταν φοιτητές και νέοι. Γιατί αυτοί δεν έχουν τα λεφτά να πληρώσουν αεροπλάνο. Γιατί αυτοί σκέφτονταν ότι το τραίνο είναι ο πιο ασφαλής τρόπος να ταξιδέψεις. Ειδικά όταν μειώθηκε ο χρόνος του ταξιδιού.
Οφείλουμε να μη ξεχάσουμε τα Τέμπη. Γιατί 57 ψυχές ζητούν δικαίωση. Γιατί οι γονείς και οι συγγενείς των θυμάτων δεν βρήκαν χρόνο να κλάψουν τα παιδιά τους. Δεν βρήκαν σώμα να θάψουν τα παιδιά τους. Δεν βρήκαν χρόνο να θρηνήσουν.
Κάθε γονιός που έχει χάσει το παιδί του καταλαβαίνει. Πόσο μάλλον ένας γονιός που πέρα από την απώλεια έχει να διαχειριστεί την γραφειοκρατία, τις έρευνες, τα δικαστήρια. Μία εικόνα έχει καρφωθεί στο μυαλό μου και με αυτή θα κλείσω το κείμενο.
Σε μία πορεία μία μέρα μετά, αντιλαμβάνομαι ότι πίσω από εμάς, γίνεται καυγάς. Όταν γυρίζω βλέπω μία γυναίκα γύρω στα 50 να ουρλιάζει και να κλαίει “μου έκαψαν το παιδί“.
Γι’ αυτήν την γυναίκα, για τον Σύλλογο Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών, για τους γείτονες των φίλων μου, τους παλιούς τους συμμαθητές, τους κολλητούς, τα παιδιά. Για τη παρέα μου που δεν ήρθε από Χαλκίδα να με δει εκείνο το τριήμερο και ευτυχώς δεν ήταν στο τραίνο.
Για τα παιδιά που έμειναν ορφανά, για τις οικογένειες που ξεκληρίστηκαν. Για την κοπέλα που σπάραζε “δεν έχω οξυγόνο”. Για τη γενιά μου που μετράει 30 χρόνια τώρα μόνο ήττες και καμία νίκη, οφείλουμε να μη ξεχάσουμε τα Τέμπη.