Αν ένα παιδί σάς αντιστέκεται, σημαίνει πως του ασκείτε υπερβολικό έλεγχο

Όταν του επιβάλλονται περιορισμοί, το παιδί έχει την τάση να αντιστέκεται και να καταφεύγει στη δυσαρέσκεια, καταλήγοντας σε νευρικά ξεσπάσματα ή επιθετικότητα.

Μπορεί, επίσης, να «σκύψει το κεφάλι» και τότε οι γονείς κάνουν συχνά το λάθος να θεωρούν το παιδί «καλό. Το υποτακτικό παιδί είναι πιθανόν να εκφράσει τη συσσωρευμένη δυσφορία του με άλλες συναισθηματικές διαταραχές ή, αργότερα, εφηβεία ή στην ενήλικη ζωή, με χρήση ναρκωτικών, επιθετικότητα διατροφικές διαταραχές, κατάθλιψη και άλλα προβλήματα. Το συναίσθημα-κλειδί πίσω από την οργή είναι η απελπισία. Μπορούμε ν’ αποφύγουμε την απελπισία ενός παιδιού αν δεν του αφαιρέσουμε την εξουσία και προστατέψουμε την ελευθερία του να επιλέγει και να «αυτοδιοικείται». Παράλληλα, πρέπει να αποφεύγουμε να το φορτώνουμε με εξουσίες πάνω από τις δυνατότητές του, που οδηγούν συχνά σε άσκηση εξουσίας πάνω σε άλλους. Συνδυασμός απελπισίας από τη μια και υπερβολικής εξουσίας από την άλλη, συντρίβουν το παιδί. Σε κάποιες περιπτώσεις, η εμπειρία μας είναι χρήσιμη για ασφάλεια και την ευημερία του παιδιού.

Ωστόσο, παρόλο που σπανίως πρέπει να ενεργήσουμε γρήγορα και να εξηγήσουμε αργότε ρα, τις περισσότερες φορές αυτό δεν είναι απαραίτητο. Αντιθέτα όταν ένα παιδί ετοιμάζεται να κάνει κάτι επικίνδυνο ή απερίσκεπτο, δώστε του τις πληροφορίες που Θα το βοηθήσουν να κάνει ασφαλείς και μελετημένες επιλογές. Με τον τρόπο αυτό, αποφεύγετε να ενεργείτε με παρεμβάσεις, περιορισμούς και ελέγχους που το προσβάλλουν και σας βάζουν «από πάνω». ‘Ενα παιδί αισθάνεται περήφανο όταν κάνει αυτόνομες επιλογές και αποφασίζει μόνο του.

Δείτε ακόμη: Τι συμβαίνει όταν ένα παιδί έχει στερηθεί την αγάπη;

Ωστόσο, η αυτονομία διαφέρει από τον έλεγχο των άλλων, που είναι τρομακτικός για τα παιδιά. Αν πανικοβάλλεστε μπροστά στα συναισθήματα του παιδιού σας, το παιδί θα ασκήσει εξουσία πάνω σας, αλλά αυτή η εξουσία θα το συντρίψει και θα το οδηγήσει σε περισσότερα νευρικά ξεσπάσματα.

Αν δίνουμε στο παιδί πληροφορίες έτσι ώστε να μπορεί να κάνει αυτόνομες επιλογές, θα είναι σε θέση να αποδέχεται καταστάσεις όπου δεν θα μπορεί να κάνει ό,τι θέλει: δεν μπορεί να κάνει ποδήλατο στη μέση του δρόμου, να σπάει πιάτα, να παίζει με τη φωτιά, να βλάπτει τους άλλους, να εκτοξεύει αντικείμενα στο σπίτι ή να μη φοράει ζώνη ασφαλείας στο αυτοκίνητο.

Αντιθέτα όταν ένα παιδί ετοιμάζεται να κάνει κάτι επικίνδυνο ή απερίσκεπτο, δώστε του τις πληροφορίες που Θα το βοηθήσουν να κάνει ασφαλείς και μελετημένες επιλογές

Δείτε ακόμη: Δεν φταίνε τα παιδιά που είναι «ψώνια», οι γονείς φταίνε

Όταν αυτή η συνειδητοποίηση βασίζεται στην εποικοδομητική επικοινωνία και όχι στον έλεγχο, η φυσιολογική επιθυμία του παιδιού για σωστές επιλογές είναι πιθανόν να το οδηγήσει να κάνει αυτό που Θεωρείται συνετό και ασφαλές, επειδή αυτό ακριβώς γυρεύει. Τα παιδιά θέλουν από τη φύση τους να κάνουν σωστά πράγματα, να προσαρμόζονται, να είναι ασφαλή και να μας ευχαριστούν. Όταν ένα παιδί σάς αντιστέκεται, σημαίνει πως ασκείτε υπερβολικό έλεγχο στη σχέση σας μαζί του. Του αντισταθήκατε. Όπως κι αν το κρίνετε, το παιδί σας μπορεί να γίνει ένας χρήσιμος οδηγός για σας. Εκμεταλλευτείτε το, λοιπόν, για να ωριμάσετε και το παιδί «θα βελτιωθεί επειδή θα βελτιωθείτε εσείς.

Το παιδί αντικατοπτρlζει απλώς τη στάση σας. Αν το βλέπετε να αντιστέκεται, θα πει ότι αντιστέκεστε εσείς. Αν δεν είναι συνεργάσιμο, αναρωτηθείτε πόσο συνεργάσιμοι είσαστε εσείς. Καταγράψτε και διερευνήστε τις όψεις που τροφοδοτούν την ανάγκη σας να ασκείτε έλεγχο. Όταν φωτιστούν αυτές οι αυτόματες αντιδράσεις, θα σας επιτρέψουν σταδιακά να γίνετε ο γονιός που Θέλετε.

Από τη θεωρία στην πράξη

Στα δύο παρακάτω παραδείγματα από σεμινάρια που κάνω, θα δείτε τρόπους για αντιμετώπιση ενός προβλήματος ασφάλειας, έναν με άσκηση ελέγχου και έναν με εμπιστοσύνη και ανθρώπινη επικοινωνία:

Παράδειγμα προβλήματος ασφάλειας με άσκηση ελέγχου

Ο πατέρας της είπε στην Άμπερ να μην παίζει ποτέ δίπλα στο ποταμάκι που περνά από την αυλή τους, χωρίς την παρουσία των γονιών της. Δύο εβδομάδες αργότερα, η τρίχρονη Άμπερ σκέφτηκε να πλησιάσει λίγο στο νερό και να πετάξει μέσα μια πέτρα. Καθώς την πετούσε, ξαφνιάστηκε που η μητέρα της φώναξε, «Μη, Άμπερ! Φύγε από εκεί αμέσως!» Η Άμπερ απομακρύνθηκε τρομαγμένη και ντροπιασμένη. Η μητέρα της συνέχισε να την μαλώνει και να την απειλεί με τιμωρία την επόμενη φορά.

Πιθανότατα η Άμπερ δεν θα ξαναπάει στο ποταμάκι μόνη της, όχι όμως επειδή καταλαβαίνει, όχι επειδή εμπιστεύεται τους γονείς της, ούτε επειδή εμπιστεύεται τον εαυτό της και δεν θέλει αν διακινδυνεύει. Αποφεύγει το ποταμάκι επειδή φοβάται την αποδοκιμασία των γονιών της και την τιμωρία. Αν μια μέρα γίνει έξαλλη και θελήσει να εκδικηθεί, μπορεί να ρισκάρει να «τιμωρήσει» τους γονείς της πηγαίνοντας στο ποταμάκι, ή κάνοντας κάποιο άλλο «απαγορευμένο» βήμα. ‘Η, όταν δεν θέλει την επιδοκιμασία τους, αλλά επιθυμεί περισσότερο την εμπειρία της αυτονομίας, μπορεί να ικανοποιήσει αυτή την επιθυμία κάνοντας οτιδήποτε «απαγορευμένο». Είτε έτσι είτε αλλιώς, το πιθανότερο είναι ότι θα έχει πολλές άλλες καταπιεστικές εμπειρίες από τους γονείς της καθώς και πολύ θυμό που θα εκφράζει με ξεσπάσματα, επιθετικότητα ή αυτοκαταστροφικές διαθέσεις. Το παιδί θα θέλει να είναι ασφαλές και να φροντίζει τον εαυτό του, όταν του παρέχονται πληροφορίες και νιώθει σιγουριά με του. Νιώθει ασφαλές όταν οι γονείς του δεν τον επιβάλλουν κανόνες, αλλά είναι οι στοργικοί του σύμμαχοι.

Δείτε ακόμη: Στη μαμά που κρύβεται στο μπάνιο αναζητώντας λίγη ησυχία για ένα μόνο λεπτό καθώς τα δάκρυα κυλάνε στα μάγουλά της…

Παράδειγμα προβλήματος ασφάλειας με εμπιστοσύνη και ανθρώπινη επικοινωνία

Ο πατέρας τον Τζούλταν τον ρώτησε αν ήθελε να παίξει δίπλα στο ποταμάκι που διέσχιζε την αυλή τον καινούριου τους σπιτιού κι εκείνος δέχτηκε. Πήγαν μαζί ως εκεί και ο πατέρας εξήγησε στον τρίχρονο Τζούλταν τους κινδύνους τον νερού. Ο πατέρας τού έδειξε πετώντας φύλλα κατ πέτρες μέσα στο ποταμάκι και εξήγησε ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να αναπνεύσουν όταν πέσουν στο νερό. Μετά, έβαλαν τα πόδια τους μέσα κι ένιωσαν την ταχύτητα τον ρεύματος. Αφού έπαιξαν και διασκέδασαν αρκετά, ο πατέρας είπε στον Τζούλταν να ζητάει πάντα απ’ αυτόν ή τη μητέρα τον να πηγαίνουν μαζί του όποτε ήθελε να παίξει στο ποταμάκι. Την άλλη μέρα, ο Τζούλταν ζήτησε από τη μητέρα τον να πάει μαζί του στο ποταμάκι. «Δεν μπορώ αυτή τη στιγμή», είπε η μαμά του. «Μόλις όμως τελειώσω το τηλεφώνημα, θα σε πάω». Είκοσι λεπτά αργότερα, μάνα και γιος πήγαν στο ποταμάκι. Ύστερα από μια περίοδο σχεδόν καθημερινών παιχνιδιών στο ποτάμι, ο Τζούλταν έχασε το αρχικό του ενδιαφέρον και πήγαινε σπανίως με τη μητέρα ή τον πατέρα του να παίξει εκεί. Δεν πήγε ποτέ μόνος του επειδή εμπιστευόταν τούς γονείς τον και τη λογική του, την οποία απέκτησε με την παρουσία τους.

Όπως βλέπετε στο δεύτερο παράδειγμα, σε μια σχέση εμπιστοσύνης, ο Τζούλιαν δεν έχει λόγο να νιώθει ανήμπορος αφού δεν ελέγχεται. Ούτε του δημιουργείται η επιθυμία να αψηφήσει τους γονείς του. Τα επόμενα χρόνια, θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες των γονιών του σε όλους τους τομείς της ζωής με ελάχιστη επιθυμία να παραβιάσει συμφωνίες ή να κάνει οτιδήποτε επικίνδυνο ή απερίσκεπτο.

Όποτε είναι δυνατόν, δώστε στο παιδί πληροφορίες και αποφεύγετε να το οδηγείτε σε καταστάσεις που δυσκολεύεται πολύ να κατανοήσει και να κάνει ακίνδυνες επιλογές. Εξασφαλίζοντας στο παιδί ένα ασφαλές φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, του δίνετε τη δυνατότητα να επιλέγει ασφαλείς και προσεκτικές πράξεις.

Naomi Aldort, συγγραφέας του βιβλίου «Αναθρέφοντας τα παιδιά μας, αναθρέφουμε τον εαυτό μας»

Πηγή: themamagers.gr
Close